μικρότητας

μικρότητας
μῑκρότητας , μικρότης
smallness.
fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μικροκεφαλία — Συγγενές ελάττωμα που χαρακτηρίζεται από αφύσικα μικρό κεφάλι που συνοδεύεται από έναν βαθμό διανοητικής καθυστέρησης. * * * η ανθρωπολ. ανώμαλη κατάσταση μικρότητας τής κεφαλής η οποία συνοδεύεται συνήθως από διανοητική και αναπτυξιακή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”